Είσοδος Συνδρομητών
Όνομα χρήστη
Κωδικός πρόσβασης
 
Προηγούμενα Τεύχη
ΚΔΕΟΔ
 
Τεύχος 1-3/2007
Εκτύπωση

Η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία επί παραβάσει σε υποθέσεις δημοσίων συμβάσεων

 

1. Ελλάδα

Η Επιτροπή αποφάσισε στις 17.10.2007 να παραπέμψει στο Δικαστήριο των ΕΚ την υπόθεση κατά της Ελλάδας σχετικά με την τήρηση της κοινοτικής νομιμότητας κατά τη διαδικασία ανάθεσης 6 συμβάσεων υπεργολαβίας στο πλαίσιο του έργου «προστασία και αποκατάσταση του περιαστικού δάσους Θεσσαλονίκης (Κέδρινος Λόφος).

Η Επιτροπή θεωρεί ότι 2 από τις συμβάσεις υπεργολαβίας ανατέθησαν με βάση κριτήρια τα οποία πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά το στάδιο της ποιοτικής επιλογής και όχι της ανάθεσης. Πρόκειται για περίπτωση μείξης κριτηρίων ποιοτικής-επιλογής και ανάθεσης, η οποία παραβιάζει της διατάξεις των άρθρων 23, 32 και 36 της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ.

Επιπλέον, η Επιτροπή θεωρεί ότι κατά την ανάθεση όλων των έξι υποέργων, στα οποία υποδιαιρείται το συνολικό έργο, δεν τηρήθηκαν οι γενικές αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, διότι κατά την προκήρυξη των διαγωνισμών δεν είχε αποσαφηνισθεί επαρκώς και δεν μπορούσε να προσδιορισθεί με ασφάλεια το περιεχόμενο της σύμβασης.

2. Γερμανία

α) Παράνομη ανάθεση συμβάσεων από Δημόσιους Ραδιοτηλεοπτικούς Οργανισμούς (21.03.2007)

H Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει στο Δικαστήριο των ΕΚ την υπόθεση που αφορά την πάγια πρακτική των Γερμανικών Δημόσιων Ραδιοτηλεοπτικών Οργανισμών, να αναθέτουν συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών χωρίς να εφαρμόζουν τις κοινοτικές οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις. Η Γερμανία αρνείται την εφαρμογή των κανόνων των ως άνω κοινοτικών οδηγιών με το επιχείρημα ότι οι οργανισμοί αυτοί χρηματοδοτούνται από τα τέλη που εισπράττουν από τους πολίτες και όχι από το Γερμανικό Δημόσιο. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι η μέθοδος αυτή συνιστά κρατική χρηματοδότηση και κατ' επέκταση καθιστά τους εν λόγω οργανισμούς αναθέτουσες αρχές, που υποχρεούνται να εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα τέλη που καταβάλλουν οι Γερμανοί πολίτες αξιοποιούνται κατά τρόπο διαφανή, αποτελεσματικό και οικονομικά επωφελή.

β) Σύναψη συμβάσεων προμήθειας λογισμικού μεταξύ οργανισμών δημοσίου δικαίου (27.06.2007)

Η Επιτροπή απέστειλε προς τη Γερμανία αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με τη σύναψη μίας σύμβασης προμήθειας λογισμικού που συνήψαν δύο οργανισμοί του Δημόσιου Τομέα, η «Datenzentrale Baden-Württemberg» και το «Anstalt für Kommunale Datenverarbeitung in Bayern (AKDB)», οι οποίοι αποκτούν, αναπτύσσουν και υποστηρίζουν λογισμικό μηχανογράφησης δεδομένων για Δήμους. Σύμφωνα με τη σύμβαση, η Datenzentrale θα προμήθευε στο AKDB λογισμικό για χρήση από Δήμους του Ομόσπονδου Κρατιδίου της Βαυαρίας. Η σύμβαση ανετέθη απευθείας, χωρίς προηγούμενη διενέργεια διαγωνισμού.

Η Επιτροπή κρίνει ότι η AKDB αποτελεί αναθέτουσα αρχή υπό την έννοια του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων και υποχρεούται να εφαρμόζει τους λεπτομερείς κανόνες που εισάγει αυτό για την ανάθεση συμβάσεων σε τρίτο μέρος, ακόμη και στην περίπτωση που το τελευταίο αποτελεί επίσης αναθέτουσα αρχή, η οποία υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων.

Εφόσον η Datenzentrale λειτουργεί ως αντισυμβαλλόμενος (εν προκειμένω προμηθευτής) σε μία σύμβαση προμήθειας εξ επαχθούς αιτίας, η AKDB ήταν υποχρεωμένη να αναθέσει τη σύμβαση μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας, εφαρμόζοντας τις διατάξεις των κοινοτικών οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις και κατοχυρώνοντας τη διαφάνεια και ίση μεταχείριση κάθε εν δυνάμει ενδιαφερόμενου προμηθευτή εντός της ΕΕ.

γ) Παραπομπή της Γερμανίας στο ΔΕΚ σχετικά με την ανάθεση της σύμβασης κατασκευής του έργου των νέων εκθεσιακών εγκαταστάσεων της Κολωνίας (27.06.2007)

Η Επιτροπή των ΕΚ αποφάσισε να παραπέμψει στο Δικαστήριο των ΕΚ την υπόθεση που αφορά την απευθείας ανάθεση από τον Δήμο της Κολωνίας σε ιδιωτική επενδυτική εταιρεία μίας σύμβασης με αντικείμενο την κατασκευή νέων εκθεσιακών εγκαταστάσεων,

Σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης, η μεν ιδιωτική επενδυτική (κατασκευάστρια) εταιρεία αναλαμβάνει την κατασκευή των εκθεσιακών εγκαταστάσεων, σύμφωνα με τις λεπτομερείς τεχνικές προδιαγραφές που περιλαμβάνονται στα συμβατικά τεύχη, ο δε ο Δήμος της Κολωνίας θα μισθώσει αυτές από την κατασκευάστρια εταιρεία για περίοδο 30 ετών έναντι μισθώματος άνω των 600 εκατομμυρίων ευρώ και εν συνεχεία θα τις υπεκμισθώσει στην εταιρεία διοργάνωσης εκθέσεων Koelnmesse GmbH.

Η Γερμανική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η εν λόγω σύμβαση συνιστά απλή σύμβαση μίσθωσης ακινήτων, η οποία εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων περί αναθέσεων δημοσίων συμβάσεων. Ωστόσο, κατά την άποψη της Επιτροπής, πρόκειται για μία ξεκάθαρη περίπτωση σύμβασης δημοσίου έργου, δεδομένου ότι ο Δήμος της Κολωνίας, ο οποίος αποτελεί αναθέτουσα αρχή, αποκτά ένα έργο σύμφωνα με τις απαιτήσεις του έναντι ανταλλάγματος, το οποίο θα καταβληθεί σε μία περίοδο 30 ετών, ενώ δεν έχει σημασία εάν ο Δήμος θα αποκτήσει εν τέλει την κυριότητα των κτιρίων που θα κατασκευαστούν ή εάν οι εκθεσιακές εγκαταστάσεις θα χρησιμοποιηθούν εν κατακλείδι από τον Δήμο ή την Koelnmesse GmbH.

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οσάκις μία αναθέτουσα αρχή αναθέτει μία σύμβαση κατασκευής έργου σύμφωνα με τις ανάγκες της και τις προδιαγραφές που επιθυμεί, η εν λόγω σύμβαση αποτελεί σύμβαση δημοσίου έργου σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 1 (2) της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και πρέπει σε κάθε περίπτωση να ανατεθεί σύμφωνα με τους λεπτομερείς κανόνες ανάθεσης που εισάγει η ως άνω κοινοτική οδηγία για τις δημόσιες συμβάσεις, ανεξάρτητα α) από την ειδικότερη συμβατική μορφή που θα περιβληθεί η συμφωνία μεταξύ αναθέτουσας αρχής και εργολάβου (σύμβαση έργου, αγοραπωλησίας ακινήτου, μίσθωσης, χρηματοδοτικής μίσθωσης κ.ο.κ.), καθώς και β) από το αν η κυριότητα του έργου θα περιέλθει τελικά στην αναθέτουσα αρχή ή από το αν οι εγκαταστάσεις θα χρησιμοποιηθούν από την ίδια ή από άλλο φορέα.

Στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή αναζητά τη σύμφωνη γνώμη του Δικαστηρίου ότι η απευθείας ανάθεση της ως άνω σύμβασης, άνευ προηγούμενης διαγωνιστικής διαδικασίας, συνιστά παράβαση του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων.

δ) Παραπομπή της Γερμανίας στο ΔΕΚ σχετικά με την απευθείας ανάθεση υπηρεσιών διάσωσης (13.12.2006)

Η Επιτροπή των ΕΚ παρέπεμψε ενώπιον του Δικαστηρίου των ΕΚ την υπόθεση που αφορά την πρακτική που ακολουθούν διάφορα Ομόσπονδα Κράτη της Γερμανίας κατά την ανάθεση συμβάσεων μετακομιδής τραυματιών. Τα ως άνω Ομόσπονδα Κράτη αναθέτουν τις εν λόγω συμβάσεις απευθείας, χωρίς διαφανείς και διαγωνιστικές διαδικασίες.

Οι Γερμανικές Αρχές επιβεβαιώνουν την εφαρμογή της συγκεκριμένης πρακτικής, η οποία κατά την άποψή τους δικαιολογείται από τη φύση των συμβάσεων αυτών, η οποία συνιστά άσκηση δημόσιας εξουσίας εκ μέρους των αναθετουσών αρχών, με αποτέλεσμα αυτές να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων.

Ωστόσο, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου των ΕΚ, οι υπηρεσίες διάσωσης δεν συνδέονται με τέτοιου είδους άσκηση δημόσιας εξουσίας και τα Κράτη Μέλη υποχρεούνται να διασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες μετακομιδής τραυματιών ανατίθενται σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες δημοσίων συμβάσεων.

ε) Παράνομη ανάθεση συμβάσεων νομικής πληροφορικής (17.10.2007)

Η Επιτροπή των ΕΚ απέστειλε στις 17.10.2007 επίσημη ειδοποίηση προς τη Γερμανία σχετικά με τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων με αντικείμενο τη δημιουργία βάσεων νομικών δεδομένων.

Το 2006, οι δικαστικές αρχές 13 Ομόσπονδων Κράτη της Γερμανίας, ανέθεσαν συμβάσεις παροχής υπηρεσιών νομικής πληροφορικής (βάσεων νομικών δεδομένων) απευθείας στην επιχείρηση «Juris», άνευ προηγούμενης δημοσίευσης προκήρυξης διαγωνισμού. Η εν λόγω επιχείρηση ανήκει εν μέρει στο Γερμανικό Δημόσιο και είναι ο βασικός πάροχος ανάλογων υπηρεσιών στην Γερμανία. Κατόπιν συμφωνίας με την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, η Juris διατηρεί και λειτουργεί το σύστημα νομικής πληροφορικής της, ενώ η Κυβέρνηση παρέχει στην εταιρεία συγκεκριμένα έντυπα, όπως κωδικοποιημένες εκδόσεις της ομοσπονδιακής νομοθεσίας και αποφάσεις των ομοσπονδιακών δικαστηρίων σε ειδικό ψηφιακό μορφότυπο που προορίζεται για χρήση αποκλειστικά από την Juris.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι συμβάσεις που συνήψαν τα 13 Ομόσπονδα Κράτη και η συμφωνία της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης με την Juris θα μπορούσαν ενδεχομένως να χαρακτηριστούν δημόσιες συμβάσεις υπό την έννοια του κοινοτικού δικαίου, οι οποίες θα έπρεπε να είχαν ανατεθεί σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες περί ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, μέσω δημοσίευσης σχετικής προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ. Κατόπιν τούτου, η Επιτροπή απέστειλε επίσημη ειδοποίηση προς την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, με την οποία την καλεί να υποβάλει τις απόψεις της. Εάν η Επιτροπή δεν πεισθεί από τα επιχειρήματα της Γερμανικής Κυβέρνησης, έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει τη διαδικασία επί παραβάσει, αποστέλλοντας προς την τελευταία αιτιολογημένη γνώμη, σύμφωνα με το άρθρο 226 ΣΕΚ.

στ) Ανεπαρκής δημοσιότητα κατά την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών (διαγραφή υπόθεσης)

Η Επιτροπή των ΕΚ αποφάσισε να θέσει στο αρχείο την υπόθεση που εκκρεμούσε κατά της Γερμανίας (Περιφερειακή Κυβέρνηση της Κολωνίας) σχετικά με την παραχώρηση αδειών λεωφορειακών γραμμών (Linienverkehrsgenehmigungen) σύμφωνα με τη Γερμανική νομοθεσία για τη μεταφορά επιβατών (Personenbeförderungsgesetz).

Πρόκειται για συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών με αντάλλαγμα το δικαίωμα εκμετάλλευσης της συγκεκριμένης άδειας, οι οποίες ανετίθεντο χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, δεδομένου ότι εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των κοινοτικών οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις. Ωστόσο, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου των ΕΚ, κατά την ανάθεση των συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών πρέπει να τηρείται σε κάθε περίπτωση ένα ελάχιστο επίπεδο δημοσιότητας, ώστε να διασφαλίζονται συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού στον συγκεκριμένο τομέα της αγοράς.

Κατά τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Επιτροπής και Γερμανίας συμφωνήθηκε ότι η Περιφερειακή Κυβέρνηση της Κολωνίας θα ενισχύσει τη διαφάνεια κατά την ανάθεση των εν λόγω συμβάσεων μέσω της δημοσίευσης πληροφοριών σε μία ιστοσελίδα που θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τον σκοπό αυτό:
http://www.bezreg-koeln.nrw.de/html/organisation/abt6/dez67/06670600.html.

Κατά την άποψη της Επιτροπής, το μέτρο αυτό αποδεικνύει τα πλεονεκτήματα της χρήσης των εργαλείων του διαδικτύου (internet) ως μέσου δημοσιοποίησης προκηρύξεων και λοιπών πληροφορικών σχετικά με την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης, τα οποία συνίστανται στην ευελιξία και οικονομία που αυτό προσφέρει, διασφαλίζοντας παράλληλα την εύκολη πρόσβαση των εν δυνάμει ενδιαφερομένων επιχειρήσεων στις σχετικές πληροφορίες και ενισχύοντας κατά τον τρόπο αυτό τις συνθήκες διαφάνειας και ανταγωνισμού των διαγωνισμών.

3. Ιταλία

Η Επιτροπή απέστειλε στις 27.06.2007 προς την Ιταλία 4 αιτιολογημένες γνώμες σύμφωνα με το άρθρο 226 της ΣΕΚ, λόγω παραβίασης του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων στις ακόλουθες υποθέσεις:

α) Παράνομη απευθείας ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών πληροφορικής και συμβούλου επιχειρήσεων

Η υπόθεση αυτή αφορά την απευθείας ανάθεση διαφόρων συμβάσεων υπηρεσιών πληροφορικής και συμβουλευτικών υπηρεσιών διοίκησης επιχειρήσεων στο πλαίσιο της υλοποίησης του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος 2000-2006 και άλλων χρηματοδοτικών προγραμμάτων της Ε.Ε. Οι υπηρεσίες αυτές ανατέθηκαν απευθείας, χωρίς διαγωνισμό, στην εταιρεία Tecnopolis, ενέργεια η οποία συνιστά κατά την άποψη της Επιτροπής παράβαση του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων.

β) Διατάξεις της ιταλικής νομοθεσίας για τη λογιστική παρακολούθηση και είσπραξη χρεών των ΟΤΑ αντίκεινται στα άρθρα 43 και 49 της ΣΕΚ

Η δεύτερη υπόθεση αφορά τις διατάξεις της Ιταλικής νομοθεσίας που θέτουν τα κριτήρια για τη λογιστική παρακολούθηση και είσπραξη χρεών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης. Το ΝΔ 446/15.12.1997 περιορίζει την ανάθεση συμβάσεων με αντικείμενο την παροχή των ανωτέρω υπηρεσιών και το δικαίωμα συμμετοχής στους σχετικούς διαγωνισμούς σε συγκεκριμένους φορείς αποκλειστικά δημόσιου χαρακτήρα ή φορείς μικτής οικονομίας, στους οποίους συμμετέχουν δημόσιοι και ιδιώτες εταίροι, καθώς και σε επιχειρήσεις που έχουν εγγραφεί σε ένα ειδικό μητρώο. Η ΥΑ 28/11.09.200 καθορίζει τα κριτήρια που απαιτούνται για την εγγραφή στο μητρώο αυτό.

Η Επιτροπή κρίνει ότι κάποιες από τις προϋποθέσεις για την εγγραφή στο σχετικό μητρώο παράγουν διακρίσεις έναντι των αλλοδαπών επιχειρήσεων, καθώς και ότι σε κάθε περίπτωση η ίδια η υποχρέωση εγγραφής στο συγκεκριμένο μητρώο περιορίζει την ελευθερία παροχής υπηρεσιών. Δεδομένου ότι οι διευκρινίσεις που παρέσχον οι Ιταλικές Αρχές θεωρήθηκαν ανεπαρκείς, η Επιτροπή έκρινε ότι οι ως άνω διατάξεις της Ιταλικής νομοθεσίας αντίκεινται στα άρθρα 43 και 49 της ΣΕΚ που κατοχυρώνουν την ελευθερία εγκατάστασης και παροχής υπηρεσιών.

γ) Κατασκευή δικαστικών φυλακών

Η τρίτη υπόθεση αφορά δύο προκηρύξεις που δημοσιεύθηκαν από το Υπουργείο Δικαιοσύνης για την ανάθεση μέσω της διαδικασίας με διαπραγμάτευση δημοσίων συμβάσεων με αντικείμενο την κατασκευή και την χρηματοδοτική μίσθωση των κρατικών φυλακών στους Δήμους Vares και Pordenone. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιλογή της διαδικασίας ανάθεσης ήταν εσφαλμένη και συνιστά παράβαση της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, διότι αφ' ενός μεν η προκήρυξη αφορούσε υπηρεσίες, ενώ οι εν λόγω συμβάσεις έπρεπε να χαρακτηρισθούν ως συμβάσεις δημοσίων έργων, αφ' ετέρου δε διότι οι ιδιαίτερες συνθήκες που συνέτρεχαν κατά την ανάθεση των συγκεκριμένων συμβάσεων δεν δικαιολογούσαν την προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με τις αυστηρές περί τούτου προϋποθέσεις που τάσσει το κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων.

Η Ιταλική κυβέρνηση αντέταξε ότι στις συγκεκριμένες περιπτώσεις πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εξαίρεση της συγκεκριμένων συμβάσεων από τις συνήθεις διαδικασίες ανάθεσης, διότι η εκτέλεση αυτών απαιτούσε την τήρηση ειδικών μέτρων ασφαλείας και είχαν επείγοντα χαρακτήρα, ωστόσο η Επιτροπή δεν υιοθέτησε τις απόψεις αυτές, σημείωσε δε επιπλέον ότι οι ισχυρισμοί των Ιταλικών Αρχών δεν αποδεικνύονται από τα υποβληθέντα στοιχεία.

δ) Παράνομη απευθείας ανάθεση σύμβασης παροχής υπηρεσιών διαχείρισης απορριμμάτων κατ' εσφαλμένη ερμηνεία της εξαίρεσης "in house"

Η τέταρτη υπόθεση αφορά την απευθείας ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών διαχείρισης απορριμμάτων από τον Δήμο του Contigliano της Περιφέρειας του Lazio σε μία δημόσια επιχείρηση με την επωνυμία A.M.A. Servizi S.r.l, στο κεφάλαιο της οποίας συμμετέχει ο Δήμος του Contigliano με μερίδιο 0,5%.

Οι ιταλικές αρχές επιμένουν ότι η ανάθεση της εν λόγω σύμβασης εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων δημοσίων συμβάσεων διότι η συγκεκριμένη περίπτωση συνιστά «ανάθεση σύμβασης οιονεί αυτεπιστασίας» (in house), σύμφωνα με τον ορισμό που έχει δώσει το Δικαστήριο των ΕΚ σε διάφορες παρόμοιες υποθέσεις.

Αντίθετα, η Επιτροπή θωρεί ότι εν προκειμένω δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που έχει θέσει η νομολογία του ΔΕΚ για την εφαρμογή της εξαίρεσης «in house», διότι αφ' ενός μεν οι εξουσίες ελέγχου που παρέχει το νομικό καθεστώς της A.M.A. Servizi S.r.l στον Δήμο του Contigliano είναι ανεπαρκείς για να θεωρηθεί ότι ο τελευταίος ασκεί επί της εν λόγω δημόσιας επιχείρησης έλεγχο παρόμοιο με αυτόν που ασκεί στις εσωτερικές του υπηρεσίες, αφ' ετέρου δε διότι σημαντικό τμήμα της συνολικής επιχειρηματικής δραστηριότητας της A.M.A. Servizi S.r.l αφορά την παροχή υπηρεσιών προς τρίτους φορείς, άλλους από τους δημόσιους φορείς που ασκούν έλεγχο επ' αυτής. Κατόπιν τούτων, η Επιτροπή απέστειλε αιτιολογημένη γνώμη προς την Ιταλία σχετικά με την υπόθεση αυτή και αναμένει τις παρατηρήσεις των Ιταλικών Αρχών για να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει την διαδικασία επί παραβάσει της Συνθήκης σύμφωνα με το άρθρο 226 της ΣΕΚ και θα παραπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου των ΕΚ.

Επιπλέον, η Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει ενώπιον του Δικαστηρίου των ΕΚ την υπόθεση παράβασης των κοινοτικών κανόνων περί αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων από τον Δήμο L'Aquila στην Ιταλία. Η συγκεκριμένη υπόθεση αφορά τη διαδικασία ανάθεσης που ακολούθησε ο Δήμος L'Aquila για την ανάθεση της σύμβασης με αντικείμενο τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη διαχείριση ενός συστήματος μαζικής μεταφοράς με τροχιοδρόμους (τραμ). Κατ' αρχάς, η Επιτροπή θεωρεί ότι η εν λόγω σύμβαση πρέπει να χαρακτηρισθεί ως κλασική σύμβαση δημοσίου έργου και όχι ως παραχώρηση δημοσίου έργου.

Συνεπεία τούτου, η ανάθεση εν προκειμένω της σύμβασης μέσω της μεθόδου "project financing", η οποία αποσκοπεί στην ανάθεση μίας σύμβασης παραχώρησης δημοσίου έργου, συνιστά παραβίαση της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ. Επιπλέον, η Επιτροπή θεωρεί ότι η τροποποίηση των όρων για την ανάθεση συγκεκριμένης σύμβασης μετά την δημοσίευση της προκήρυξης του διαγωνισμού, ιδίως όσον αφορά τον χαρακτηρισμό των έργων που θα πραγματοποιηθούν, συνιστά παράβαση των αρχών της Συνθήκης ΕΚ, ιδίως αυτών της διαφάνειας και της απαγόρευσης διακρίσεων, στο μέτρο που η ενέργεια αυτή δεν επέτρεψε σε όλους τους οικονομικούς φορείς που ενδεχομένως ενδιαφέρονταν για την ανάθεση της σύμβασης και πληρούσαν τις ελάχιστες προϋποθέσεις συμμετοχής στον διαγωνισμό, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μετά τις τροποποιήσεις, να συμμετάσχουν στη διεξαχθείσα διαδικασία ανάθεσης.

4. Αυστρία

Η Επιτροπή απέστειλε στις 17.10.2007 αιτιολογημένη γνώμη προς την Αυστριακή Κυβέρνηση σχετικά με την ανάθεση μίας σύμβασης έργου από την εταιρεία «Krankenhaus Spittal/Drau GmbH». Η σύμβαση, αξίας περίπου 32 εκατομμυρίων ευρώ, χρηματοδοτείται σε ποσοστό 90% από το Ομόσπονδο Κράτος της Καρινθίας και η διάρκεια εκτέλεσης της εκτιμάται τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2008, με σημαντικό τμήμα των κατασκευαστικών εργασιών να παραμένει ανεκτέλεστο, ενώ κάποιες εξ αυτών δεν έχουν ακόμη αρχίσει. Οι Αυστριακές αρχές αμφισβήτησαν κατ' αρχήν κατά πόσο η Krankenhaus Spittal/Drau GmbH αποτελεί αναθέτουσα αρχή και οι συμβάσεις που αυτή αναθέτει υπόκεινται στους κοινοτικούς κανόνες περί αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων. Σε μεταγενέστερο ωστόσο στάδιο, παραδέχθησαν την παράβαση, χωρίς ωστόσο να λάβουν μέτρα ικανά για την άρση της παράβασης και τη διασφάλιση της τήρησης του κοινοτικού δικαίου περί αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων.

5. Τσεχία

Η Επιτροπή των ΕΚ απέστειλε προς τη Δημοκρατία της Τσεχίας αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με τον κανονισμό προμηθειών της δημόσιας επιχείρησης Lesy České Republiky («Δάση της Δημοκρατίας της Τσεχίας»). Κατά την άποψη της Επιτροπής, η εν λόγω δημόσια επιχείρηση έχει ερμηνεύσει εσφαλμένως τον ορισμό της αναθέτουσας αρχής που δίνει το κοινοτικό δίκαιο και ανέθεσε συμβάσεις-πλαίσιο για την παροχή υπηρεσιών χωρίς να τηρήσει τους κοινοτικούς κανόνες περί δημοσίων συμβάσεων και χωρίς να ενημερώσει σχετικώς την Επιτροπή.

Η συγκεκριμένη δημόσια επιχείρηση δεν έχει ακόμη προσαρμόσει τον κανονισμό προμηθειών της προς τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, παρά τη σχετική δέσμευση που ανέλαβε η Δημοκρατία της Τσεχίας μετά την προειδοποιητική επιστολή που είχε λάβει από την Επιτροπή κατά το πρώτο στάδιο της διαδικασίας επί παραβάσει του άρθρου 228 ΣΕΚ, συνεπώς η Επιτροπή συνεχίζει τη διαδικασία, με την αποστολή αιτιολογημένης γνώμης.

6. Ισπανία

α) Παραπομπή της Ισπανίας στο ΔΕΚ σχετικά με την περιβαλλοντική και χωροταξική νομοθεσία του Δήμου της Βαλένθια (27.06.2007)

Η Επιτροπή έχει ήδη αποστείλει επίσημη ειδοποίηση και αιτιολογημένη γνώμη προς την Ισπανία (14.12.2005) σχετικά με τον Ν. 6/1994 για τον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό της Βαλένθια (LRAU). Σύμφωνα με την άποψη της Επιτροπής, η ανάθεση των προγραμμάτων ολοκληρωμένης δράσης (Programas de Actuación Integrada - "PAI") κατ' εφαρμογή του LRAU συνιστά σύμβαση δημοσίου έργου και πρέπει συνεπώς να εφαρμοσθούν κατά την ανάθεσή της οι διατάξεις των κοινοτικών οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις 93/37/ΕΟΚ και 92/50/ΕΟΚ, οι οποίες έχουν ήδη κωδικοποιηθεί και τροποποιηθεί από την οδηγία 2004/18/ΕΚ, καθώς και οι γενικές αρχές της Συνθήκης ΕΚ. Τα ολοκληρωμένα σχέδια δράσης ανατίθενται από τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης και περιλαμβάνουν την παροχή υπηρεσιών και την εκτέλεση έργων δημοσίων υποδομών.

Στις 22 Δεκεμβρίου 2005, το τοπικό κοινοβούλιο της Βαλένθια ψήφισε τον Ν. 16/2005 (LUV), ο οποίος καταργεί και αντικαθιστά τον Ν. 6/1994 (LRAU). Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο νέος νόμος διορθώνει μεν κάποια από τα σημεία του LRAU που αντίκεινται στο κοινοτικό δίκαιο, ιδίως όσα εξ αυτών αφορούν το περιεχόμενο των προκηρύξεων και συμβατικών τευχών για την ανάθεση των ολοκληρωμένων σχεδίων δράσεων, καθώς και τη δυνατότητα αύξησης του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης μετά την επιλογή του αναδόχου-φορέα πολεοδομικής εφαρμογής (agente urbanizador). Η Επιτροπή επίσης παρατηρεί ότι και άλλες πτυχές της διαδικασίας επιλογής των αναδόχων ενδέχεται να μην συνάδουν με τις διατάξεις των κοινοτικών οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις. Οι πτυχές αυτές αφορούν το περιεχόμενο των προκηρύξεων των ολοκληρωμένων σχεδίων δράσης, τη διαδικασία υποβολής και το περιεχόμενο των προσφορών, τις εναλλακτικές προσφορές, τα κριτήρια ανάθεσης και τη δυνατότητα τροποποίησης μέρους ή όλης της σύμβασης μετά την ανάθεσή της. Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι Ισπανικές Αρχές δεν έχουν συμμορφωθεί προς τις προηγούμενες συστάσεις που τους έχει απευθύνει και συνεχίζουν να αναθέτουν συμβάσεις κατ' εφαρμογή του LRAU μέχρι την 1η Φεβρουαρίου 2006, κατά παράβαση των διατάξεων των κοινοτικών οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις.

Εν συνεχεία, η Επιτροπή απέστειλε στην Ισπανία δεύτερη προειδοποιητική επιστολή στις 4 Απριλίου 2006 (IP/06/443, 04.04.2006) και δεύτερη αιτιολογημένη γνώμη στις 12 Οκτωβρίου 2006 (IP/06/1370, 12.10.2006), δια των οποίων ζήτησε από τις Ισπανικές Αρχές την υποβολή απόψεων σχετικά με τις διατάξεις του LUV και την άρση της κατά τα ανωτέρω παραβίασης του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, σύμφωνα με τις προηγούμενες προειδοποιητικές επιστολές. Παρά ταύτα, δεν κατέστη δυνατόν να επιτευχθεί σύμπτωση απόψεων μεταξύ Επιτροπής και Ισπανίας, δεδομένου ότι η τελευταία επιμένει ότι οι συμβάσεις προγραμμάτων ολοκληρωμένης δράσης (Programas de Actuación Integrada -"PAI") δεν αποτελούν δημόσιες συμβάσεις υπό την έννοια του κοινοτικού δικαίου, και επομένως οι διατάξεις των νόμων LRAU και LUV δεν αντίκεινται στο κοινοτικό δίκαιο. Η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς αυτούς και αποφάσισε στις 27.06.2007 να παραπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου των ΕΚ.

β) Συνεχιζόμενη παράλειψη συμμόρφωσης προς το διατακτικό απόφασης του Δικαστηρίου των ΕΚ από την Ισπανία (27.06.2007)

Η Επιτροπή είχε ήδη αποστείλει προς την Ισπανία μία επίσημη προειδοποιητική επιστολή σχετικά με το ότι στο τέλος της περιόδου των 5 μηνών που επακολούθησαν της έκδοσης της απόφασης του Δικαστηρίου των ΕΚ της 27ης Οκτωβρίου 2005 στην υπόθεση C-158/03 (Επιτροπή/Ισπανία), είχε λάβει μόνο ελλιπείς πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έλαβε η Ισπανική Κυβέρνηση για την εφαρμογή της απόφασης.

Στην εν λόγω απόφασή του, το Δικαστήριο έκρινε ότι με τη χρησιμοποίηση στα τεύχη δημοπράτησης μίας σύμβασης ιατρικών υπηρεσιών αναπνευστικής θεραπείας και άλλων τεχνικών υποβοηθούμενης αναπνοής, ενός όρου που υποχρέωνε τον ανάδοχο να διατηρεί γραφείο εξυπηρέτησης του κοινού στην επαρχία ή την πρωτεύουσα της επαρχίας, όπου θα παρείχοντο οι υπηρεσίες, η Ισπανία παραβίασε το άρθρο 49 της ΣΕΚ.

Το ΔΕΚ έκρινε επίσης ότι συνιστά διακριτική μεταχείριση και παράβαση του άρθρου 49 της Συνθήκης ΕΚ, η συμπερίληψη στα τεύχη δημοπράτησης κριτηρίων ανάθεσης που απονέμουν επιπλέον βαθμούς στην προσφορά ενός διαγωνιζομένου στην περίπτωση που κατά τον χρόνο υποβολής της, ο τελευταίος διατηρούσε εγκαταστάσεις παραγωγής, επεξεργασίας και εμφιάλωσης στην Ισπανία ή σε ακτίνα χιλίων χιλιομέτρων από τη συγκεκριμένη επαρχία, ή γραφεία εξυπηρέτησης κοινού σε άλλες, συγκεκριμένες πόλεις της επαρχίας αυτής και τα οποία (κριτήρια ανάθεσης), ευνοούσαν σε περίπτωση ισοβαθμίας μεταξύ ενός αριθμού υποψηφίων τον οικονομικό φορέα ο οποίος είχε ήδη στο παρελθόν παράσχει τις ίδιες υπηρεσίες προς την αναθέτουσα αρχή.

Η Ισπανία υποστηρίζει ότι οι εν λόγω ιατρικές υπηρεσίες είναι ζωτικής σημασίας για τη δημόσια υγεία και ότι οι ανωτέρω όροι δημοπράτησης είναι απαραίτητοι για να αποφευχθούν καθυστερήσεις κατά την ανανέωση των σχετικών συμβάσεων, επισημαίνει δε ότι οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να ακυρώσουν τις ανατεθείσες συμβάσεις πριν τη δημοπράτηση και ανάθεση μίας νέας σύμβασης, ώστε να εξασφαλισθεί η απρόσκοπτη και συνεχής παροχή των υπηρεσιών αυτών.

Η Επιτροπή κρίνει ότι η εκ νέου δημοπράτηση των εν λόγω συμβάσεων θα επαρκούσε για τη συμμόρφωση της Ισπανίας προς την απόφαση του Δικαστηρίου των ΕΚ, πρέπει όμως αυτή να λάβει χώρα σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την ανάθεση της σύμβασης. Ωστόσο, παρά το ότι έχει παρέλθει ήδη χρονικό διάστημα πλέον των 18 μηνών από την έκδοση της ως άνω απόφασης όσον αφορά τις επίδικες συμβάσεις, μέχρι στιγμής δεν έχει δρομολογηθεί η εκ νέου δημοπράτησή τους. Η Επιτροπή κρίνει ότι η αδράνεια αυτή των Ισπανικών Αρχών δεν συνάδει με τις υποχρεώσεις των Κρατών Μελών που απορρέουν από το άρθρο 228 της ΣΕΚ και για τον λόγο αυτό αποφάσισε να ζητήσει εκ νέου από τις Ισπανικές Αρχές την άμεση και πλήρη συμμόρφωσή τους προς την απόφαση του ΔΕΚ, σε αντίθετη περίπτωση θα κινήσει κατά της Ισπανίας τη διαδικασία που προβλέπεται από την Συνθήκη.

7. Γαλλία

Η Επιτροπή αποφάσισε στις 27.06.2007 να λάβει μέτρα για την άρση διαφόρων παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων από τη Γαλλία στις ακόλουθες υποθέσεις:

α) Απευθείας ανάθεση μελετών «προσδιορισμού όρων σύμβασης»

Η Επιτροπή απέστειλε προς τις Γαλλικές Αρχές αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών με αντικείμενο τον προσδιορισμό συμβατικών προδιαγραφών και όρων. Πρόκειται για συμβάσεις με τις οποίες η αναθέτουσα αρχή αναθέτει σε ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών τη σύνταξη μελετών σχετικά με τις προδιαγραφές άλλων συμβάσεων, τις οποίες η αναθέτουσα αρχή δεν είναι σε θέση να συντάξει η ίδια. Ειδικότερα, με τις συμβάσεις «προσδιορισμού όρων σύμβασης» επιδιώκεται ο καθορισμός του φυσικού αντικειμένου των προδιαγραφών, των όρων και των μέσων που θα χρησιμοποιηθούν κατά τη σύναψη των συμβάσεων που επιθυμεί να αναθέσει στη συνέχεια η αναθέτουσα αρχή. Η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται λ.χ. κατά την υλοποίηση σχεδίων πολεοδομικής επέκτασης και ανάπλασης.

Ωστόσο, οι αμφισβητούμενες από την Επιτροπή διατάξεις του άρθρου 73 του Γαλλικού Κώδικα Δημοσίων Συμβάσεων προβλέπουν ότι στην περίπτωση που εκτελούνται ταυτόχρονα περισσότερες συμβάσεις αυτού του τύπου, η αναθέτουσα αρχή δικαιούται υπό προϋποθέσεις να αναθέσει απευθείας -άνευ διαγωνισμού- την εκτέλεση της τελικής σύμβασης σε κάποιον από τους αναδόχους των συμβάσεων «προσδιορισμού όρων σύμβασης».

Η Επιτροπή κρίνει ότι η πρακτική αυτή της απευθείας ανάθεσης αντίκειται στην κοινοτική οδηγία 2004/18/ΕΚ, στο μέτρο που δεν δικαιολογείται από κάποια από τις ρήτρες εξαίρεσης της εν λόγω οδηγίας, όπου απαριθμούνται περιοριστικά οι περιπτώσεις στις οποίες οι αναθέτουσες αρχές επιτρέπεται να παρεκκλίνουν από τις συνήθεις διαδικασίες ανάθεσης που εισάγει η ως άνω κοινοτική οδηγία για τις δημόσιες συμβάσεις.

β) Ανάθεση υπηρεσιών μεταξύ ΟΤΑ και Συνδέσμων ΟΤΑ

Η Επιτροπή των ΕΚ απέστειλε προς τις Γαλλικές Αρχές αιτιολογημένη γνώμη δια της οποίας ζητά εξηγήσεις σχετικά με την ανάθεση υπηρεσιών μεταξύ ΟΤΑ και Συνδέσμων ΟΤΑ. Ειδικότερα, διάφορες διατάξεις του Γαλλικού Κώδικα ΟΤΑ επιτρέπουν την παροχή από έναν Δήμο-Μέλος Συνδέσμου ΟΤΑ υπηρεσιών προς τον Σύνδεσμο, ώστε ο τελευταίος να μπορέσει να ασκήσει τις δραστηριότητές του. Η Επιτροπή των ΕΚ θεωρεί ότι η ανωτέρω μέθοδος «διάθεσης» υπηρεσιών, όπου οι λεπτομέρειες και, ιδίως, το αντάλλαγμα ρυθμίζονται μέσω συμφωνίας μεταξύ του ΟΤΑ και του Συνδέσμου ΟΤΑ προσομοιάζει με την απευθείας ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών χωρίς την τήρηση των διαγωνιστικών διαδικασιών που προβλέπουν οι οδηγίες 2004/17/ και 2004/18/ΕΚ και συνεπώς οι προαναφερθείσες διατάξεις του γαλλικού δικαίου αντίκεινται στο κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων.

 
© 2008 Μο.Πα.Δι.Σ   |   Σημαντική ανακοίνωση νομικού περιεχομένου   |   Powered by Softways S.A.